Ήταν 20 χρονών ο Αλέξανδρος, όταν
δολοφονήθηκε ο πατέρας του. Ο νεαρός βασιλιάς είχε να αντιμετωπίσει στο εσωτερικό
τους μνηστήρες του θρόνου και στο εξωτερικό τους βαρβάρους, που επαναστάτησαν, μόλις
έμαθαν το θάνατο του Φιλίππου. Αλλά και οι ελληνικές πόλεις θεώρησαν την περίσταση
κατάλληλη, για να καταλύσουν τη μακεδονική κυριαρχία. Ο Αλέξανδρος δε δίστασε ούτε
στιγμή, αλλά ενέργησε με αστραπιαία ταχύτητα προς όλες τις κατευθύνσεις. Ο δολοφόνος
του πατέρα του και τρεις αδερφοί του, που διεκδικούσαν το θρόνο, εκτελούνται αμέσως.
Αφού έτσι εξασφάλισε τη ηρεμία και την ασφάλεια στο εσωτερικό του κράτους του, εκστράτευσε
αυτοπροσώπως εναντίον της νότιας Ελλάδας, κατέπνιξε στη γέννεσή της την επανάσταση
και αναγνωρίστηκε από όλους ως αρχηγός της εκστρατείας όλων των Ελλήνων εναντίον
των Περσών με 30.000 πεζούς και 5.000 ιππείς. Κυριότερο όπλο ήταν η σάρισα (ένα μακρύ δόρυ μήκους 5-6μ., που το κρατούσαν με τα δύο χέρια κάτω από τη μασχάλη). Επίσης είχε μαζί του: πολιορκητικές μηχανές (πολιορκητικούς πύργους, πολιορκητικούς κριούς, καταπέλτες κ.ά.),γιατρούς, ταχυδρόμους, μηχανικούς, ταμίες, διαβιβαστές με οπτικά σήματα (ήταν αυτοί, που ήξεραν να κάνουν σήματα καπνού), μάγειρες, γεφυροποιούς, βηματιστές (ήταν αυτοί, που μετρούσαν με τα βήματά τους τις αποστάσεις που έκανε καθημερινά το στράτευμα) κ.ά.
Σημαντικοί στρατηγοί και συνεργάτες του ήταν ο Παρμενίωνας, ο Πτολεμαίος, ο Περδίκκας, ο Κρατερός, ο Νέαρχος, ο Ηφαιστίωνας (που τον έκανε και πρωθυπουργό του) κ.ά.
Ο Μ. Αλέξανδρος στη μεγάλη εκστρατεία του δεν πήρε μαζί του μόνο πολεμιστές, αλλά και πολλούς σοφούς της εποχής εκείνης.
Ο Καλλισθένης (ανιψιός του Αριστοτέλη) πήγε μαζί με τον Αλέξανδρο, για να γράψει την ιστορία της εκστρατείας. Μαζί πήγαν και διάφοροι άλλοι επιστήμονες, για να μελετήσουν και να γράψουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα φυτά, τα ζώα και τα φυσικά προϊόντα κάθε χώρας, που θα περνούσαν. Γεωγράφοι και άλλοι επιστήμονες είχαν καθήκον τους να μαζεύουν πληροφορίες και να τις στέλνουν στον Αριστοτέλη, για να τις μελετήσει. Μαζί πήγαν και ποιητές και καλλιτέχνες, γιατί ο Αλέξανδρος ενδιαφερόταν για την ψυχαγωγία του στρατού του και οργάνωνε αγώνες και θεατρικές παραστάσεις.
Ο στρατός του Μ. Αλεξάνδρου μέσα σε 11 χρόνια (που κράτησε η εκστρατεία) διένυσε 19.000 χλμ. από την Ελλάδα ως την Ινδία νικώντας όλους τους αντιπάλους, που συναντούσε.
Όταν ο Μ. Αλέξανδρος έφτασε στο Ίλιο (Τροία), έκανε θυσία στην Ιλιάδα Αθηνά, πρόσφερε στο ναό της την πανοπλία του και πήρε μερικά ιερά όπλα, που σώζονταν από τον Τρωικό πόλεμο. Στη συνέχεια στεφάνωσε με χρυσό στεφάνι τον τάφο του Αχιλλέα, που τον θαύμαζε και ήθελε να του μοιάσει (μάλιστα πίστευε πως ο Αχιλλέας ήταν μακρινός προπάππους του από το σόι της μητέρας του).
Οι δυσκολίες, που συνάντησαν, και οι περιπέτειες, που πέρασαν οι στρατιώτες του σ’ αυτήν την πρωτοφανή εκστρατεία ήταν αμέτρητες.
Στις εκβολές του ποταμού Τομήρου βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν παράξενο λαό, που ζούσε όπως οι πρωτόγονοι άνθρωποι της Λίθινης Εποχής. Κατοικούσαν σε καλύβες στους βράχους της ακτής και (καθώς δε γνώριζαν τη χρήση του σιδήρου) είχαν για όπλα μακριά ξύλα, που την άκρη τους την έκαιγαν στη φωτιά, για να γίνει σκληρή και μυτερή. Τα σώματα και τα κεφάλια τους ήταν γεμάτα από τρίχες και τα νύχια τους τα χρησιμοποιούσαν αντί για σιδερένια εργαλεία.
Αργότερα συνάντησαν το λαό των Ιχθυοφάγων. Αυτοί τρέφονταν αποκλειστικά με ψάρια (από τα οποία έφτιαχναν και αλεύρι) και έχτιζαν τις καλύβες τους με όστρακα και μεγάλα ψαροκόκαλα. Η πιο παράξενη περιπέτεια ήταν όταν οι ναύτες είδαν να πετιέται μέσα από τη θάλασσα νερό με μεγάλη δύναμη. Όταν έμαθαν πως το νερό αυτό το ξεφυσούσαν φάλαινες, οι ναύτες τρομοκρατήθηκαν τόσο πολύ, ώστε τα κουπιά έπεσαν από τα χέρια τους.
Σημαντικοί στρατηγοί και συνεργάτες του ήταν ο Παρμενίωνας, ο Πτολεμαίος, ο Περδίκκας, ο Κρατερός, ο Νέαρχος, ο Ηφαιστίωνας (που τον έκανε και πρωθυπουργό του) κ.ά.
Ο Μ. Αλέξανδρος στη μεγάλη εκστρατεία του δεν πήρε μαζί του μόνο πολεμιστές, αλλά και πολλούς σοφούς της εποχής εκείνης.
Ο Καλλισθένης (ανιψιός του Αριστοτέλη) πήγε μαζί με τον Αλέξανδρο, για να γράψει την ιστορία της εκστρατείας. Μαζί πήγαν και διάφοροι άλλοι επιστήμονες, για να μελετήσουν και να γράψουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα φυτά, τα ζώα και τα φυσικά προϊόντα κάθε χώρας, που θα περνούσαν. Γεωγράφοι και άλλοι επιστήμονες είχαν καθήκον τους να μαζεύουν πληροφορίες και να τις στέλνουν στον Αριστοτέλη, για να τις μελετήσει. Μαζί πήγαν και ποιητές και καλλιτέχνες, γιατί ο Αλέξανδρος ενδιαφερόταν για την ψυχαγωγία του στρατού του και οργάνωνε αγώνες και θεατρικές παραστάσεις.
Ο στρατός του Μ. Αλεξάνδρου μέσα σε 11 χρόνια (που κράτησε η εκστρατεία) διένυσε 19.000 χλμ. από την Ελλάδα ως την Ινδία νικώντας όλους τους αντιπάλους, που συναντούσε.
Όταν ο Μ. Αλέξανδρος έφτασε στο Ίλιο (Τροία), έκανε θυσία στην Ιλιάδα Αθηνά, πρόσφερε στο ναό της την πανοπλία του και πήρε μερικά ιερά όπλα, που σώζονταν από τον Τρωικό πόλεμο. Στη συνέχεια στεφάνωσε με χρυσό στεφάνι τον τάφο του Αχιλλέα, που τον θαύμαζε και ήθελε να του μοιάσει (μάλιστα πίστευε πως ο Αχιλλέας ήταν μακρινός προπάππους του από το σόι της μητέρας του).
Οι δυσκολίες, που συνάντησαν, και οι περιπέτειες, που πέρασαν οι στρατιώτες του σ’ αυτήν την πρωτοφανή εκστρατεία ήταν αμέτρητες.
Στις εκβολές του ποταμού Τομήρου βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν παράξενο λαό, που ζούσε όπως οι πρωτόγονοι άνθρωποι της Λίθινης Εποχής. Κατοικούσαν σε καλύβες στους βράχους της ακτής και (καθώς δε γνώριζαν τη χρήση του σιδήρου) είχαν για όπλα μακριά ξύλα, που την άκρη τους την έκαιγαν στη φωτιά, για να γίνει σκληρή και μυτερή. Τα σώματα και τα κεφάλια τους ήταν γεμάτα από τρίχες και τα νύχια τους τα χρησιμοποιούσαν αντί για σιδερένια εργαλεία.
Αργότερα συνάντησαν το λαό των Ιχθυοφάγων. Αυτοί τρέφονταν αποκλειστικά με ψάρια (από τα οποία έφτιαχναν και αλεύρι) και έχτιζαν τις καλύβες τους με όστρακα και μεγάλα ψαροκόκαλα. Η πιο παράξενη περιπέτεια ήταν όταν οι ναύτες είδαν να πετιέται μέσα από τη θάλασσα νερό με μεγάλη δύναμη. Όταν έμαθαν πως το νερό αυτό το ξεφυσούσαν φάλαινες, οι ναύτες τρομοκρατήθηκαν τόσο πολύ, ώστε τα κουπιά έπεσαν από τα χέρια τους.